Σελίδες

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018

ΑΡΧΑΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 2018


ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΡΗΤΟΡΙΚΗ, Α’ 1-2
Η σχέση ρητορικής και διαλεκτικής

Γ1. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Η ρητορική είναι ανάλογη (αντίστοιχη) με τη διαλεκτική (βρίσκεται σε αναλογική σχέση με τη διαλεκτική). Γιατί και οι δυο ασχολούνται με κάποια τέτοια θέματα τα οποία κατά κάποιο τρόπο είναι κοινά σε όλους να τα γνωρίζουν και όχι κάποιας διακριτής επιστήμης. Γι’ αυτό και όλοι συμμετέχουν και στις δυο (ασχολούνται και με τις δυο). Πράγματι όλοι, μέχρι ενός σημείου, επιχειρούν και να ερευνούν και να λογοδοτούν  ( να εκφράζουν ένα επιχείρημα ) και να απολογούνται και να κατηγορούν. Από τους περισσότερους άλλοι κάνουν αυτά τυχαία (χωρίς σχέδιο) ενώ άλλοι από συνήθεια ως αποτέλεσμα άσκησης. Επειδή όμως είναι δυνατό ( να συμβούν ) και τα δυο είναι φανερό ότι αυτά μπορούν να γίνουν και με κάποια μέθοδο. Πράγματι είναι δυνατόν να εξετάσουμε γιατί πετυχαίνουν άλλοι από συνήθεια και άλλοι τυχαία, όλοι όμως πια θα συμφωνήσουν ότι αυτό είναι έργο μιας τέχνης.
·       Γ2α. ἀφωρίσθη, ὑπόσχες, πλείσταις, δρώντων

·       Γ2β. Τά δε τοιαῦτα ἢδη πᾱς ἄν ὁμολογήσαι (ὁμολογήσειε) τεχνῶν ἒργα εἶναι.

·       Γ3α.
διαλεκτικῇ : δοτική αντικειμενική από το ἀντίστροφος.
ἐξετάζειν: αντικείμενο στο ρήμα ἐγχειροῦσι, τελικό απαρέμφατο, ταυτοπροσωπία.
θεωρεῑν : υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα ἐνδέχεται, τελικό απαρέμφατο, ετεροπροσωπία.
ἒργον: κατηγορούμενο στο τοιοῦτον από το εἶναι
·       Γ3β. Δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση, εισάγεται με το σύνδεσμο ἐπεί (λανθάνει η έννοια του χρόνου), εκφέρεται με οριστική (εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου) και δηλώνει το πραγματικό.

·       Γ3γ. τῶν πολλῶν : γενική διαιρετική από το οἱ μέν.
εἰκῇ: επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο δρῶσιν
ταῦτα: σύστοιχο αντικείμενο στο ρήμα δρῶσιν.
διά συνήθειαν: εμπρόθετος προσδιορισμός της αιτίας στο δρῶσιν


ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ
Α. Μετάφραση:
-  Δικό μας έργο, λοιπόν, είπα εγώ, των ιδρυτών της πολιτείας, είναι να αναγκάσουμε τις εξαιρετικές φύσεις να φτάσουν στο μάθημα το οποίο προηγουμένως παραδεχτήκαμε ότι είναι το ανώτερο, δηλαδή και να δουν το αγαθό και να ανεβούν εκείνο τον ανηφορικό δρόμο, και αφού ανεβούν και δουν αρκετά, να μην τους επιτρέπουμε αυτό το οποίο τώρα τους επιτρέπεται.
- Και ποιο είναι αυτό;
- Το να μένουν, είπα εγώ, συνεχώς στον ίδιο τόπο και να μη θέλουν να κατεβαίνουν πάλι κοντά σ’ εκείνους τους δεσμώτες ούτε να μετέχουν και στους μόχθους και στις τιμές εκείνων, είτε είναι μικρότερης είτε μεγαλύτερης αξίας.
- Μα πώς; είπε, θα αδικήσουμε αυτούς και θα τους κάνουμε να ζουν χειρότερα, ενώ είναι δυνατόν σ’ αυτούς να ζουν καλύτερα;

Β1. α) ἀφικέσθαι: Ο άνθρωπος μπορεί να προσεγγίσει το «ἀγαθόν». Η προσέγγισή του είναι εφικτή από «τάς βελτίστας φύσεις», τους προικισμένους με ξεχωριστά προτερήματα από τη φύση. Η προσέγγιση μπορεί να γίνει με τη νόηση μέσω της διαλεκτικής, δηλ. της φιλοσοφίας. μέγιστον μάθημα: Το «ἀγαθόν» είναι η μεγαλύτερη παιδευτική αξία και η ανώτερη βαθμίδα της γνώσης, διότι καθοδηγεί τον φωτισμένο πολιτικό (φιλόσοφο) στην ορθή διακυβέρνηση, άρα και στην ευδαιμονία της κοινωνίας.
β) Στην κατανόηση της έννοιας «ἀγαθόν» βοηθά πολύ η αναλογία του Αγαθού με τον ήλιο. Ό,τι είναι ο ήλιος για τον ορατό κόσμο είναι το Αγαθό για τον νοητό κόσμο. Όπως ο ήλιος είναι η πηγή του φωτός και προϋπόθεση της όρασης, έτσι και το Αγαθό είναι η πηγή της αλήθειας και της νόησης˙ όπως το φως και η όραση συγγενεύουν με τον ήλιο, έτσι και η αλήθεια και η γνώση συγγενεύουν με το Αγαθόν. Το Αγαθόν στον Πλάτωνα παρουσιάζεται σχεδόν θεοποιημένο. Βρίσκεται στην κορυφή της πυραμίδας των Ιδεών: είναι η ύψιστη αρχή και πηγή του όντος και της γνώσης.
Ο Πλάτωνας δε δίνει μια σαφή ερμηνεία για αυτόν τον όρο που είναι από τους βασικότερους στο φιλοσοφικό του σύστημα παρά αρκείται σε ορισμένους υπαινιγμούς. Αγαθόν πάντως είναι α) το εἶναι και ό,τι διατηρεί το εἶναι· β) η τάξη, ο κόσμος και η ενότητα που διαπερνά και συνέχει την πολλαπλότητα· γ) ό,τι παρέχει την αλήθεια και την επιστήμη (Πολ. 509a). Η έκφραση αὐτὸ τὸ ἀγαθόν φαίνεται να δηλώνει την ύψιστη αρχή και την πηγή του όντος και της γνώσης. Βλ.Πολιτεία508e: «Τοῦτο τοίνυν τὸ τὴν ἀλήθειαν παρέχον τοῖς γιγνωσκομένοις καὶ τῷ γιγνώσκοντι τὴν δύναμιν ἀποδιδὸν τὴν τοῦ ἀγαθοῦ ἰδέαν φάθι εἶναι». Πάντως ήδη στην αρχαιότητα το Πλάτωνος ἀγαθόν ήταν παροιμιακή έκφραση για κάτι το ασαφές και σκοτεινό. Πρβλ. Ἄμφις (στο Διογ. Λαέρτιο III 27). «ἧττον οἶδα τοῦτ' ἐγώ, ὦ δέσποτ', ἢ τὸ Πλάτωνος ἀγαθόν».
γ) ἀναβῆναι: πολύ συχνά στον Πλάτωνα λέξεις που σημαίνουν το ἄνω και την ἀνάβαση χρησιμοποιούνται μεταφορικώς για την παιδεία και τα αγαθά που προσφέρει. Η κατάκτηση του «ἀγαθοῦ» είναι δύσκολη κι επίπονη: Η δυσκολία τονίζεται με έμφαση με την τριπλή επανάληψη λέξεων που έχουν την ίδια ρίζα με το ρήμα «ἀναβαίνω» («ἀναβάντες», «ἀνάβασιν», «ἀναβῆναι»).

Β2.
α) Ο νόμος αποβλέπει στο κοινό καλό, ενδιαφέρεται για την ευδαιμονία του συνόλου (ὅτι νόμῳ οὐ τοῦτο μέλει ἀλλ' ἐν ὅλῃ τῇ πόλει τοῦτο μηχανᾶται ἐγγενέσθαι) και όχι μιας ξεχωριστής κοινωνικής ομάδας( ὅπως ἕν τι γένος ἐν πόλει διαφερόντως εὖ πράξει) . Το ζητούμενο κατά τον φιλόσοφο, δεν είναι η ευδαιμονία μιας μερίδας μόνο πολιτών, αλλά όλων μέσα στο πλαίσιο της πόλης( ἀλλ' ἐν ὅλῃ τῇ πόλει τοῦτο μηχανᾶται ἐγγενέσθαι), καθώς  παραμερίζεται το ταξικό ή το ατομικό συμφέρον για χάρη του κοινωνικού, του συλλογικού. Ο νόμος παρουσιάζεται προσωποποιημένος.

β) Στη συνέχεια, ο Σωκράτης απαριθμεί τους τρόπους (: λειτουργίες του Νόμου) με τους οποίους επιτυγχάνεται ο στόχος του Νόμου, δηλαδή η ευδαιμονία του συνόλου. Χρησιμοποιεί τρεις μετοχές – «συναρμόττων, ποιῶν και ἐμποιῶν» για να καταδείξει τρεις αδιαπραγμάτευτες λειτουργίες / προϋποθέσεις για την ύπαρξη και την ευδαιμονία της πόλης, την κοινωνική, την οικονομική και την παιδαγωγική/ πολιτική.
-Η κοινωνική αρμονία, («συναρμόττων τούς πολίτας») που εξασφαλίζεται με την πειθώ («πειθοῖ») και τη βία («ἀνάγκῃ») αναφέρεται στην κοινωνική λειτουργία του νόμου, αφού επιδιώκεται η δημιουργία αρμονικού συνόλου. Η πειθώ απευθύνεται σε «πεπαιδευμένους» πολίτες που παραμερίζουν το προσωπικό συμφέρον, προκειμένου να προσφέρουν τα μέγιστα στην πολιτεία. Είναι προτιμότερο μέσο, διότι αφενός στηρίζεται στη χρήση λογικών επιχειρημάτων, την προβολή υγιών προτύπων και την παιδεία, αφετέρου στοχεύει στην εκούσια συμμόρφωση του ατόμου. Είναι το μέσο που ταιριάζει σε υπεύθυνους, ελεύθερους πολίτες και σε δημοκρατικές κοινωνίες. Για να υπάρξει η πειθώ, όμως πρέπει ο νόμος να είναι δίκαιος και ο πολίτης να έχει εσωτερικεύσει τους ηθικούς κανόνες που διέπουν την κοινωνική συμπεριφορά και τις κοινωνικές σχέσεις. Η βία έχει ως αποτέλεσμα την ακούσια συμμόρφωση του ατόμου μέσω της δύναμης των κυρώσεων που διαθέτει ο νόμος. Επιβάλλεται στα αντικοινωνικά και άδικα άτομα που δε συμμορφώνονται με τον λόγο. Ο ίδιος ο Πλάτωνας πιστεύει ότι η βία δεν ταιριάζει στους ελεύθερους ανθρώπους, αλλά στον απαίδευτο όχλο, στα μη κοινωνικοποιημένα άτομα. Αν η χρήση βίας γίνεται αυτοσκοπός ή μέσο επιβολής άδικου νόμου, τότε καταλήγει μέσο καταπίεσης και εκφοβισμού. Τότε χρέος των πνευματικών ανθρώπων είναι να την καταγγέλλουν και να την αντιμάχονται. Ο Πλάτωνας φαίνεται ότι προτιμά το πρώτο μέσον, την πειθώ, γιατί οδηγεί στη διαπαιδαγώγηση των πολιτών, στη διαμόρφωση ηθικής συμπεριφοράς («μεταδιδόναι ἀλλήλοις τῆς ὠφελίας … ἐπί τόν σύνδεσμον τῆς πόλεως») και, επομένως, στην εκούσια συμμόρφωση του ατόμου. Κατά τον Πλάτωνα είναι αναγκαία η ύπαρξη αρμονίας τόσο στα μέρη της ψυχής όσο και στις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους, γιατί έτσι οδηγούνται στη δικαιοσύνη, την ομαλή συμβίωση και την ευδαιμονία. Οι τρεις τάξεις δεν πρέπει να έχουν μεταξύ τους εχθρικές διαθέσεις.
-Η κοινωνική αλληλεγγύη και η αμοιβαία εξυπηρέτηση των πολιτών («ποιῶν μεταδιδόναι ἀλλήλοις τῆς ὠφελείας … ὠφελεῖν») αναφέρεται στην οικονομική λειτουργία του νόμου: κατοχυρώνοντας τον καταμερισμό της εργασίας και εμφυσώντας στον καθένα την επιθυμία να προσφέρει το μέγιστο των δυνατοτήτων του στο κοινωνικό σύνολο, εξασφαλίζεται η αυτάρκεια. Ο καταμερισμός γίνεται με βάση τις ικανότητες κάθε πολίτη. Έτσι, καλλιεργούνται σχέσεις συνεργασίας, αλληλοβοήθειας, αλτρουισμού αλληλεγγύης και αλληλοπροσφοράς.
-Η διαμόρφωση πολιτών που θα είναι παράγοντες ενωτικοί μέσα στην κοινωνία και με την εκδήλωση δίκαιης συμπεριφοράς, κοινωνικής και όχι ατομιστικής («ἐμποιῶν … βούλεται») αναφέρεται στην παιδαγωγική και πολιτική λειτουργία του νόμου. Αυτός διαπλάθει πολίτες εμποτισμένους με τις αξίες της συλλογικότητας, που έχουν συνειδητοποιήσει ότι τους έχει ανατεθεί ένας συγκεκριμένος ρόλος στο πλαίσιο της πολιτείας. Γνωρίζουν ότι δεν έχουν την επιλογή να μην ανταποκριθούν απόλυτα στις απαιτήσεις που προκύπτουν από αυτόν τον ρόλο. Επομένως, ο νόμος θέτει όρια στη συμπεριφορά των ατόμων, διαπλάθει ανθρώπους άξιους να διατηρούν τη συνοχή της πόλης. Συνεπώς, κοινωνικοποιεί τα άτομα και αναδεικνύει τους πιο ικανούς ως πολιτικούς ηγέτες.
Β3.
1.                         Κέφαλο
2.                         τον χορό
3.                         εκδιώχθηκε κακήν κακώς από το νησί
4.                         επωμίζονται στρατιωτικά και διοικητικά καθήκοντα
5.                         την Τυραννίδα

Β4. α.
ἀφικέσθαι: ανικανοποίητος
εἶπον: ρήμα
ἰδεῖν: ιδέα
μεταδιδόναι: παράδοση

Β4. β.
Ο σύγχρονος άνθρωπος οδηγείται συχνά στην υπερκατανάλωση αγαθών.
Πήγε στο νοσοκομείο, γιατί αισθάνθηκε έναν πόνο στο στήθος.
Το σύνολο των  συζητήσεων ως προς τους υπεύθυνους της οικονομικής κρίσης οδηγείται σε έναν φαύλο κύκλο.



Επιμέλεια Θεμάτων:
Άντα Κουτουβάλα
Στέλλα Τσούτσα