ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Α1.Ο
θεατρικός χαρακτήρας του διηγήματος στηρίζεται στα εξής στοιχεία:
·
συμμετέχουν
πολλά πρόσωπα, που δρουν είτε ως πρωταγωνιστές είτε ως δευτεραγωνιστές είτε ως
σιωπηρά «βουβά» πρόσωπα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συχνά σκηνές με
πολυπρόσωπη δράση( πχ. το τελετουργικό της υιοθεσίας)
·
χρησιμοποιείται
σε πολλά σημεία ο διάλογος, ένα από τα πιο απαραίτητα στοιχεία του θεατρικού
λόγου(« Δος το πίσου…σπίτι μας», « Ω, είπε…γνωστικήν»)
·
παρουσιάζονται
διαφορετικοί χώροι, που εναλλάσσονται, όπως τα σκηνικά του θεάτρου (, η εκκλησία το εσωτερικό του σπιτιού κ.ά.)
- συνεχής αλλαγή σκηνικού (ανοιχτός χώρος/κλειστός
χώρος)
·
δραματικό-συγκρουσιακό
στοιχείο( επιχειρηματολογία πρωταγωνιστών)
Β1. Η γλώσσα της πεζογραφίας την εποχή του Βιζυηνού είναι η
καθαρεύουσα (η «λόγια»). Έτσι, και ο ίδιος είναι υποχρεωμένος να γράψει σ'
αυτήν. Όμως η καθαρεύουσα η δική του είναι χαλαρή και ανοιχτή σε πολλές λέξεις
και τύπους της λαϊκής γλώσσας, είναι μια «εκλαϊκευμένη καθαρεύουσα». Τα διηγήματα του Βιζυηνού είναι
γραμμένα σε μια σχετικά κομψή και θερμή καθαρεύουσα. Όχι σπάνια όμως ο
γλωσσικός καθωσπρεπισμός αποβάλλεται με τη χρήση του λόγου της καθημερινής
ζωής (δημοτική). Πρόκειται για μία
ιδιότυπη διγλωσσία.
·
Η
γλώσσα λοιπόν των αφηγηματικών μερών είναι λόγια με αρχαιοπρεπείς εκφράσεις.
Παράλληλα ο λόγος του ενήλικα μορφωμένου αφηγητή είναι λογιότερος και
συνθετότερος από τον λόγο του αφηγητή-παιδιού. Όταν αφηγείται ο πεπαιδευμένος
συγγραφέας της ώριμης ηλικίας, χρησιμοποιεί περισσότερες λέξεις και τύπους
αρχαιοπρεπείς, της καθαρεύουσας: εστάθημεν, ηρχόμεθα, επιδαψιλεύει, εξενίσθησαν.
·
Η
γλώσσα των διαλογικών μερών είναι απλή,
λαϊκή, με ιδιωματισμούς. Όταν μιλάνε τα
πρόσωπα -και ο ίδιος ο συγγραφέας, ακόμα και όταν βρίσκεται στην ώριμη ηλικία-
η γλώσσα είναι λαϊκή, με την παράλληλη χρήση ιδιωματικών λέξεων που προέρχονται
από το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα της Βιζύης (θρακιώτικο ιδίωμα), τύπων και τρόπων
σύνταξης: άιντε, άκουγα, απατήθηκα, απόκοψα, κοιλιάρφανο ,έξυπνο, εύμορφο, δος
του πίσου κ.α).
Β2.
α) Στο σημείο αυτό του κειμένου ο
αφηγητής είναι απών, γιατί λείπει στην ξενιτιά. Περιγράφει λοιπόν τα αρνητικά
αισθήματα των αδελφών του, που δεν έχουν άλλη περιθώρια ανοχής απέναντι στην
στάση της μητέρας τους. Η παρουσία της υιοθετημένης κόρης δημιουργεί νέα
προβλήματα στην οικογένεια, γιατί η μητέρα της έδειχνε σκανδαλώδη αδυναμία,
καθώς ήταν προσηλωμένη σ' αυτήν παραμελώντας και δυσαρεστώντας τα φυσικά της
παιδιά. Έχοντας στραμμένη επάνω της όλη τη στοργή, τη φροντίδα και την
αφοσίωση, την ανάθρεψε ξεχωριστά, την προίκισε και την πάντρεψε, και έτσι
έκλεισε ο κύκλος, προς μεγάλη ανακούφιση των αγοριών. Θέλοντας να τονίσει αυτό
το κλείσιμο του κύκλου της ζωής της οικογένειας και για να περιγράψει τα
γεγονότα αυτά, ο αφηγητής χρησιμοποιεί
την τεχνική της επιτάχυνσης. Μέσα σε τέσσερα ρήματα( ηυξήθη, ανετράφη,
επροικίσθη και υπανδρεύθη) συμπυκνώνεται όλη η ζωή του υιοθετημένου κοριτσιού, κερδίζοντας
έτσι το διήγημα σε γοργότητα. Επίσης ο αφηγητής δεν αναφέρει το είδος της
αχαριστίας της ψυχοκόρη, ούτε καν το όνομα της, υποδηλώνοντας την περιφρόνηση
του γι' αυτό το πρόσωπο.
β) Στο σημείο αυτό του κειμένου ο
αφηγητής παραβιάζει τη χρονική ακολουθία μέσα από τα λόγια της μητέρας και
κάνει μια αναδρομή. Οι
αναδρομικές αφηγήσεις εξηγούν γεγονότα δίνοντας απαραίτητες πληροφορίες για το
παρελθόν και, αποτελώντας ένα είδος επιβράδυνσης, παρατείνουν το ενδιαφέρον του
αναγνώστη. Η μητέρα, σε μια έσχατη προσπάθεια να
πείσει το Γιωργή να κρατήσουν τη δεύτερη θετή κόρη, διατυπώνει συλλογιστικά
σχήματα που στέκονται μετέωρα και δε στηρίζονται στη λογική. Τα επιχειρήματα
που χρησιμοποιεί είναι τα εξής: πήρε το
μωρό τριών μηνών πάνω από το λείψανο της μάνας του, το βύζαινε, έστω
ψεύτικα, το τύλιγε στα σπάργανα των
φυσικών της παιδιών, το κοίμιζε στην
κούνια τους. Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι το συμπέρασμα δεν προκύπτει από
λογικές προκείμενες και γι' αυτό είναι αστήριχτο: η μητέρα επισωρεύει πλήθος
επιχειρήματα, τα οποία όμως αποτελούν προφάσεις και είναι ανίσχυρα να το
στηρίξουν, επειδή λείπει το μοναδικό και πολύ απλό επιχείρημα «εγώ τη γέννησα»
από το οποίο θα προέκυπτε αβίαστα το λογικότατο συμπέρασμα: άρα είναι δικό μου
παιδί και επομένως πραγματική αδερφή σας. Η έκρηξη της μητέρας ως προς την
οικονομία του έργου, λειτουργεί ως αφετηρία και αφορμή για να φτάσει στην
απογοήτευση και στη συνέχεια στην αποκάλυψη του μυστικού.
Γ1. Στο κέντρο των διηγήσεων
βρίσκεται ο άνθρωπος και ο ψυχικός του κόσμος κι έτσι η πεζογραφία του Βιζυηνού
έχει χαρακτήρα ψυχογραφικό. Ο συγγραφέας διεισδύει με εξαιρετική ψυχογραφική
ικανότητα στις ψυχές των ηρώων του, παρουσιάζει τις συναισθηματικές τους
συγκρούσεις, τα αδιέξοδα και τις ψυχικές τους δοκιμασίες. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα της ψυχογραφικής ικανότητας του Βιζυηνού αποτελεί το δοθέν απόσπασμα
στο οποίο αποτυπώνονται τα έντονα συναισθήματα των προσώπων κατά τη σκηνή της
υιοθεσίας του πρώτου κοριτσιού. Στην όλη διαδικασία της υιοθεσίας συμμετέχουν
τα πιο έγκυρα πρόσωπα του χωριού: ο σεβάσμιος εκπρόσωπος του θεού και ο πιο
σεβάσμιος εκπρόσωπος του λαού’ άλλα δρώντα πρόσωπα είναι βέβαια η νέα μητέρα
και οι φυσικοί γονείς. Με απλό αλλά
περίτεχνο τρόπο δίνεται από το συγγραφέα η σκηνή της «δοκιμασίας» από τον
πρωτόγερο και της οριστικής παράδοσης του παιδιού, και του αποχωρισμού των
γονέων από αυτό: με μια περιγραφή που δεν πέφτει στο μελοδραματισμό, απλή αλλά
συγκλονιστική, δίνεται ο βουβός πόνος του φυσικού πατέρα, που «ήτον ωχρός και
έβλεπε περίλυπος εμπρός του» και ο σπαραγμός της συζύγου του, που «έκλαιε
ακουμβημένη εις τον ώμον τον». Με ανάλογο τρόπο δίνονται και τα συναισθήματα
της νέας μητέρας: ο φόβος και η αγωνία για την αίσια έκβαση της διαδικασίας(
σκηνή με δραματικότητα-θεατρικότητα-πολυπρόσωπη δράση).
Δ1. Ομοιότητες:
·
υιοθεσία παιδιών τα οποία και στις δύο
περιπτώσεις είναι κορίτσια.
·
οικονομική
δυσπραγία των προσώπων που αναλαμβάνουν τα παιδιά.
·
διάθεση αυτοθυσίας και ανιδιοτελούς προσφοράς
προκειμένου να τα αναθρέψουν.
Διαφορές:
·
Στο Αμάρτημα η Δεσποινιώ αναλαμβάνει να
αναθρέψει μόνη της το παιδί ενώ ο Τάσος στο έργο του Κονδυλάκη αναθέτει την
ανατροφή του παιδιού σε άλλες γυναίκες.
·
η Δεσποινιώ κινείται από τη ανάγκη της για
εξιλέωση μετά τον ακούσιο φόνο του
δικού της παιδιού ενώ ο Τάσος αποφασίζει να αναλάβει την ανατροφή του επειδή
νιώθει συμπάθεια και οίκτο για το βρέφος.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
Νόνη Χατζή