ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
ΘΕΜΑ Α1
·
Οι Εκλεκτικοί ήταν μια από τις πολιτικές παρατάξεις
με μικρότερη απήχηση που σχηματίστηκαν στην εθνοσυνέλευση του 1862-64.Ηταν μια
ετερόκλητη παράταξη εξεχόντων πολιτικών, λογίων και αξιωματικών, με
μετριοπαθείς θέσεις, η οποία προσπαθούσε να μεσολαβεί μεταξύ των άλλων
παρατάξεων και να υποστηρίζει σταθερές κυβερνήσεις. (ΣΕΛ 77)
·
Το 1909 συντελείται μια τομή στην πολιτική ιστορία της
Ελλάδας γενικότερα, και των πολιτικών κομμάτων ειδικότερα. Στις 15 Αυγούστου
1909 εκδηλώθηκε κίνημα στο Γουδί, το οποίο έγινε από τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, μια μυστική ένωση στρατιωτικών, με αιτήματα που
αφορούσαν μεταρρυθμίσεις στο στρατό, τη διοίκηση, τη δικαιοσύνη, την εκπαίδευση
και τη δημοσιονομική πολιτική. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δεν εγκαθίδρυσε δικτατορία, αλλά
προώθησε τα αιτήματά του μέσω της Βουλής. Υπό την πίεση του Συνδέσμου η Βουλή
ψήφισε, χωρίς ιδιαίτερη προετοιμασία και συζήτηση, μεγάλο αριθμό νόμων, που
επέφεραν ριζικές αλλαγές. Στις 15 Μαρτίου 1910 ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος
διαλύθηκε έχοντας επιτύχει τις επιδιώξεις του. (ΣΕΛ 86-88)
·
Τον Ιούνιο του 1914 Ιδρύθηκε μία Μικτή Επιτροπή που θα ρύθμιζε
τα σχετικά με την ανταλλαγή, όμως αυτή δεν λειτούργησε, λόγω της εισόδου της
Τουρκίας στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, τον Οκτώβριο του 1914. Με βάση το άρθρο
11 της Σύμβασης της Λοζάνης ιδρύθηκε η Μικτή
Επιτροπή Ανταλλαγής με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Την αποτελούσαν έντεκα
μέλη (τέσσερις Έλληνες, τέσσερις Τούρκοι και τρία μέλη-πολίτες ουδέτερων κατά
τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο κρατών) με αρμοδιότητα τον καθορισμό του τρόπου
μετανάστευσης των πληθυσμών και της εκτίμησης της ακίνητης περιουσίας των
ανταλλαξίμων. (ΣΕΛ 139/152)
ΘΕΜΑ
Α2
α-2
β-6
γ-1
δ-5
ε-4
ΘΕΜΑ Β1
α. Στη δεκαετία του
1880 τα κόμματα ήταν αρκετά πιο συγκροτημένα απ' ό,τι στο παρελθόν. Δεν είναι
βέβαιο ότι μετά το θάνατο του ηγέτη τους τα κόμματα αναγκαστικά διαλύονταν.
Στοιχεία που επέτρεπαν σ' ένα κόμμα να επιβιώσει, ακόμα και μετά το θάνατο του
ηγέτη του, ήταν η θέση που είχε στην πολιτική ζωή της χώρας και η τακτική που
ακολουθούσε.
Η βάση των κομμάτων εξακολουθούσε να μην έχει
τυπική οργάνωση. Σημαντικό ρόλο στην κινητοποίηση των οπαδών των κομμάτων
έπαιζαν η οικογενειοκρατία, οι πελατειακές σχέσεις και η εξαγορά ψήφων. Παρ'
όλα αυτά, όσον αφορά τουλάχιστον τα δύο μεγάλα κόμματα, η επιλογή των εκλογέων
βασιζόταν κατά κύριο λόγο στην κρίση τους για την πολιτική των κομμάτων, στις
επιδράσεις που αυτά ασκούσαν κατά περιοχές και στα συμφέροντα κάθε κοινωνικής
ομάδας.
ΣΕΛ. 82
β. Για την επιλογή
των υποψηφίων βουλευτών, δηλαδή για την τοποθέτηση συγκεκριμένων υποψηφίων στο
«ψηφοδέλτιο», έπαιζε ρόλο το αν είχαν ένα δικό τους τοπικό κύκλο οπαδών, ο
οποίος επηρεαζόταν βεβαίως από πελατειακές σχέσεις και εξυπηρετήσεις.
Οι υποψήφιοι βουλευτές προέρχονταν σχεδόν
αποκλειστικά από τα μεσαία και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, όπως και κατά την
προηγούμενη περίοδο. Πολλοί ήταν δικηγόροι και δημόσιοι υπάλληλοι. Σε αντίθεση
με τους υποψηφίους, τα κομματικά μέλη προέρχονταν και από τα κατώτερα στρώματα.
(ΣΕΛ. 82-84)
ΘΕΜΑ Β2
α. Η ΕΑΠ διέκρινε
την αποκατάσταση των προσφύγων σε αγροτική (παροχή στέγης και κλήρου στην
ύπαιθρο) και αστική (παροχή στέγης στις πόλεις). Μολονότι οι περισσότεροι
πρόσφυγες ασκούσαν στην πατρίδα τους «αστικά» επαγγέλματα (σχετικά με το
εμπόριο, τη βιοτεχνία-βιομηχανία κ.τ.λ.), δόθηκε το βάρος στη γεωργία, γιατί:
υπήρχαν τα μουσουλμανικά κτήματα (κυρίως στη
Μακεδονία, αλλά και στην Κρήτη, τη Λέσβο, τη Λήμνο και αλλού),
αγροτική αποκατάσταση ήταν ταχύτερη και απαιτούσε
μικρότερες δαπάνες,
η ελληνική οικονομία βασιζόταν ανέκαθεν στη
γεωργική παραγωγή,
υπήρχε η πολιτική σκοπιμότητα της αποφυγής
κοινωνικών αναταραχών με τη δημιουργία γεωργών μικροϊδιοκτητών αντί εργατικού
προλεταριάτου.
β. Εξάλλου, δόθηκε
προτεραιότητα στην εγκατάσταση των προσφύγων στη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη
καθώς:
• ήταν
δυνατόν να χρησιμοποιηθούν τα μουσουλμανικά κτήματα και τα κτήματα των
Βουλγάρων μεταναστών (σύμφωνα με τη συνθήκη του Νεϊγύ). Αυτό θα καθιστούσε τους
πρόσφυγες αυτάρκεις σε σύντομο χρονικό διάστημα και θα συντελούσε στην αύξηση
της αγροτικής παραγωγής,
• θα
καλυπτόταν το δημογραφικό κενό που είχε δημιουργηθεί με την αναχώρηση των
Μουσουλμάνων και των Βουλγάρων και τις απώλειες που προκάλεσαν οι συνεχείς
πόλεμοι (1912-1922). Επιπλέον, έτσι εποικίζονταν παραμεθόριες περιοχές. (ΣΕΛ 154)
ΘΕΜΑ Γ1
α. Δύο μεγάλα
εξωτερικά γεγονότα ήρθαν να ταράξουν πάλι την πορεία των κρητικών πραγμάτων: η
προσάρτηση της Βοσνίας και της Ερζεγοβίνης από την Αυστρία και η ανακήρυξη της
Βουλγαρίας σε βασίλειο, με ταυτόχρονη προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στο σημείο αυτό παραθέτουμε το κείμενο Α (την
χειρόγραφη προκήρυξη του Βενιζέλου)
Η ελληνική κυβέρνηση του Γ. Θεοτόκη υπέδειξε
στους Κρήτες την ανάγκη λαϊκών κινητοποιήσεων, για την κήρυξη της ένωσης με την
Ελλάδα. Στο σημείο αυτό παραθέτουμε το
κείμενο Β (το διάγγελμα της κρητικής κυβέρνησης)
Σε λαϊκή συγκέντρωση στα Χανιά εγκρίθηκε ομόφωνα
το πρώτο ψήφισμα της ένωσης και η Κρητική Κυβέρνηση εξέδωσε με τη σειρά της
επίσημο Ψήφισμα (24 Σεπτεμβρίου 1908).Στοιχεία
κειμένου Γ (το ενωτικό ψήφισμα)
Για την επίσημη έναρξη της νέας περιόδου της
πολιτικής ζωής στην Κρήτη, σχηματίστηκε προσωρινή διακομματική Κυβέρνηση. Η
Ελληνική Κυβέρνηση, για να μην προκαλέσει διεθνείς περιπλοκές με την αντίδραση
της Τουρκίας, απέφυγε να αναγνωρίσει επίσημα την ένωση και περιορίστηκε σε
παρασκηνιακές οδηγίες στη νέα Προσωρινή Κυβέρνηση της Κρήτης.ΣΕΛ.217-18
β. Παρά τις
έντονες διαμαρτυρίες της Τουρκίας, οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν αντέδρασαν δυναμικά
και φάνηκαν να αποδέχονται σιωπηρά τις νέες εξελίξεις.
Από το κείμενο Δ γράφουμε τη στάση της Τουρκίας( Οι
Νεότουρκοι εθνικιστές, μετά την αναγκαστική υποχώρηση απέναντι στη Βουλγαρία
(:ανακήρυξή της σε ανεξάρτητο βασίλειο) και στην Αυστρο - Ουγγαρία (:προσάρτηση
της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης), αναζητούσαν στη ματαίωση της ενωτικής λύσεως το
έρεισμα μιας πρώτης διπλωματικής επιτυχίας. [...] Πίσω από την παράταση των
διαπραγματεύσεων δεν ήταν πλέον δύσκολο να διαφανεί η επιφυλακτικότητα αρχικά
και η υπαναχώρηση στη συνέχεια των προστάτιδων Δυνάμεων. Σ’ αυτό ακριβώς το
σημείο, η Τουρκία έκρινε σκόπιμο να ζητήσει και την πλήρη διευκρίνιση των
ευρωπαϊκών προθέσεων. [...]
Δεν προχώρησαν όμως σε καμιά
επίσημη αναίρεση του πολιτικού καθεστώτος, όπως το είχαν υπογράψει το 1898.
Από το
κείμενο Δ γράφουμε τη στάση των μεγάλων Δυνάμεων (Η
αντίδραση των προστάτιδων Δυνάμεων απέναντι στην επαναστατική πρωτοβουλία του
κρητικού λαού δεν ήταν απόλυτα αρνητική. Οι τέσσερις κυβερνήσεις, μετά από
ολιγοήμερες διαβουλεύσεις, έσπευδαν να τονίσουν ότι «δεν θα απείχον του να
αποβλέψουν μετ’ ευμενείας προς την συζήτησιν του ζητήματος τούτου μετά της
Τουρκίας, εάν η τάξις διατηρηθή εν τη νήσω και εξασφαλισθή η προστασία του
μουσουλμανικού πληθυσμού».Η ουσιαστική εντούτοις απεμπόληση της
διαπραγματευτικής διαδικασίας με άμεσο στόχο την ένωση δεν ανέστειλε την
εφαρμογή της αποφάσεως των Δυνάμεων να αποσύρουν από τη Μεγαλόνησο τα υπόλοιπα
στρατεύματά τους. [...] Στις 30 Ιουνίου οι εκπρόσωποι των Δυνάμεων συνόδευαν
την επαναβεβαίωση της 24ης Ιουλίου 1909 σαν ημέρα αποχωρήσεως των τελευταίων
αγημάτων τους, με την εξαγγελία της σταθερής τους προθέσεως να προστατεύσουν,
αν παραστεί ανάγκη, τη μουσουλμανική μειονότητα και να διαφυλάξουν πιστά την
έννομη τάξη και τα επικυριαρχικά δικαιώματα του σουλτάνου.
ΘΕΜΑ Δ1 (ΣΕΛ 20-21)
Α. Στη διάρκεια του 18ου αιώνα, παρατηρήθηκε σημαντική ναυτιλιακή
και εμπορική δραστηριότητα σε πολλές παραλιακές περιοχές του ελληνικού χώρου
και σε νησιά η οποία οφείλονταν σε διάφορους
εξωτερικούς κυρίως παράγοντες. Η
δραστηριότητα αυτή αρχίζει να υποχωρεί κατά τις αρχές του 19ου αιώνα
καθώς ακολούθησαν δύσκολα χρόνια, με αποκορύφωμα τη δεκαετία της Ελληνικής
Επανάστασης (1821-1830). Στο σημείο αυτό παραθέτουμε το κείμενο Α( [...]
Στην διάρκεια της Επαναστάσεως είχε καταστραφεί μεγάλο ποσοστό των πλοίων, αλλά
ένας ισχυρός πυρήνας περισώθηκε. Αν και η Ύδρα και οι Σπέτσες είχαν χάσει
αντίστοιχα τα 78% και 50% του εμπορικού τους ναυτικού, στο τέλος του αγώνα η
πρώτη διέθετε ακόμη 100 πλ οία συνολικής χωρητικότητας 10.240 τόννων και οι
Σπέτσες είχαν 50 πλοία 10.324 τόννων, όλα από 30 τόννους και πάνω)
Στη διάρκεια των συγκρούσεων, ο ελληνικός
εμπορικός στόλος μετατράπηκε σε πολεμικό, οι δρόμοι του εμπορίου έκλεισαν και
τα παραδοσιακά ναυτικά κέντρα γνώρισαν την καταστροφή (Ψαρά, Γαλαξίδι) ή την
παρακμή. Από την ακμάζουσα προεπαναστατική ναυτιλία απέμειναν λίγα πράγματα. Το
κυριότερο από αυτά ήταν η προδιάθεση για τη θάλασσα και η γνώση των ναυτικών
υποθέσεων. Στο ελληνικό κράτος, στη θέση των παλιών κέντρων που παρήκμασαν,
αναδείχθηκαν νέα.
Στο σημείο αυτό παραθέτουμε το κείμενο Β (Σε κύριο ναυτιλιακό
κέντρο της δυτικής Ελλάδας αναδεικνύεται η μικρή κωμόπολη σφηνωμένη σε μια
γωνιά των βόρειων ακτών του Κορινθιακού κόλπου, το Γαλαξίδι. Πραγματοποιώντας
μια πραγματικά εντυπωσιακή οικονομική άνθηση, το Γαλαξίδι, μέσα σε μία
τριακονταετία, μεταξύ 1840 και 1870, πενταπλασιάζει το στόλο του. Το 1870, τη
χρονιά της κορύφωσής του, διαθέτει 320 μεγάλα ιστιοφόρα και σχεδόν προκαλεί την
αδιαμφισβήτητη κυρίαρχο του Αιγαίου, τη Σύρο, η οποία την ίδια χρονιά διαθέτει
700 ιστιοφόρα. Αποτελεί το κύριο ναυπηγικό κέντρο της δυτικής Ελλάδας και
στηρίζει όλη του την ευημερία στην παραγωγή και εκμετάλλευση ιστιοφόρων). Επίσης αναλύουμε τα δεδομένα του πίνακα
βάση των οποίων επιβεβαιώνεται η εξέλιξη των ναυτιλιακών κέντρων μέχρι το 1870
όπως ζητά και το ερώτημα.
Β. Στο ελληνικό κράτος, στη θέση των παλιών κέντρων που παρήκμασαν,
αναδείχθηκαν νέα. Το πιο σημαντικό απ' αυτά ήταν η Σύρος, η οποία στη διάρκεια
της Επανάστασης δέχθηκε κύματα προσφύγων, κυρίως από τη Χίο. Η στρατηγική θέση
του νησιού, στο κέντρο του Αιγαίου και πάνω ακριβώς στις διαδρομές που συνέδεαν
τα Στενά και τη Μαύρη Θάλασσα με τους μεσογειακούς δρόμους του εμπορίου,
συνέβαλε στη δημιουργία ισχυρότατου -όχι μόνο για τα ελληνικά μέτρα-
ναυτιλιακού κέντρου. Στην ανάπτυξη αυτή σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η δυναμική
παρουσία και δραστηριότητα των ελληνικών παροικιών στα κυριότερα εμπορικά
κέντρα της περιοχής: στα λιμάνια της Νότιας Ρωσίας, στις εκβολές του Δούναβη,
στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη και αργότερα στην Αίγυπτο.
Κείμενο Α: Με την αποκατάσταση της ειρήνης ιδρύθηκαν νέα ναυπηγεία
σε πολλά νησιά και λιμάνια η ναυπηγική έγινε μια από τις σημαντικότερες
βιομηχανίες του νεοσύστατου κράτους. [...] Μετά την Επανάσταση, η Σύρος και
αργότερα ο Πειραιάς έγιναν τα κύρια εμπορικά κέντρα με τα πιο δραστήρια
ναυπηγεία.( Μια σύντομη αναφορά στα
δεδομένα του πίνακα που αφορούν την Σύρο και τον Πειραιά)
Λόγοι ανάπτυξης της Σύρου:
·
Το διαμετακομιστικό εμπόριο αποτέλεσε την
πρώτιστη οικονομική δραστηριότητα στη Σύρο σε όλη την περίοδο της ακμής της.
Σπουδαία συμμετοχή στο συνολικό εμπόριο της πόλης είχαν και οι εισαγωγές, οι
οποίες σαφώς υπερτερούσαν σημαντικά των εξαγωγών που πραγματοποιούνταν από τους
συριανούς εμπόρους. Στην ουσία η Σύρος υπήρξε αφενός η αγορά διοχέτευσης των
δυτικών και ανατολικών προϊόντων προς την Ανατολή και τη Δύση αντίστοιχα και
αφετέρου ο τόπος εισόδου των εξωτερικών αγαθών προς την ελληνική ενδοχώρα.
[...] Το εμπόρευμα που είχε παραγγελθεί από τον ερμουπολίτη έμπορο ερχόταν στη
Σύρο για να κατατεθεί στην αποθήκη διαμετακόμισης (transit).
·
Από το 1827 μέχρι το 1834 ναυπηγήθηκαν στην Σύρο
πάνω από 260 πλοία. Το ναυπηγείο της πόλης ήταν ένας από τους ζωτικότερους
τομείς της τοπικής οικονομίας. Η πλούσια δραστηριότητά του οφείλεται στην
παρουσία των ψαριανών και χίων ναυπηγών. [...] Στο πλευρό τους είχαν ένα
πολυάριθμο εργατικό δυναμικό, το οποίο παρείχε ειδικευμένη εργασία. [...] Το
συνολικά εργαζόμενο προσωπικό του ναυπηγείου ανέρχονταν σε πάνω από 1.000
άτομα. [...] Αν υπολογίσουμε ότι ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός της Ερμούπολης
το 1850 ήταν 7.650 άτομα, τότε ο αριθμός των απασχολούμενων στο ναυπηγείο της
πόλης υποδεικνύει τη μεγάλη σπουδαιότητα που είχαν οι ναυπηγικές εργασίες στη
Σύρο. [...]
Επιμέλεια:
Θεανώ Χατζή