ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΘΕΜΑ Α
Α1.
α.
1.
Σωστό
2.Λάθος
3.
Λάθος
Α1.
β.
α. 2
β. 1
γ. 2
δ. 1
ΘΕΜΑ Β1
Ο
Αριστοτέλης εισάγει απόδειξη της θέσης ότι ο άνθρωπος είναι «πολιτικό ζώο» και
διακρίνει δύο ειδών κοινωνίες: την κοινωνία των ζώων και την πολιτική κοινωνία
των ανθρώπων. Καθεμία από αυτές είναι εφοδιασμένη από τη φύση, η οποία δεν κάνει
τίποτα δίχως λόγο και αιτία (τελεολογική αντίληψη), με τα εργαλεία εκείνα που
της είναι απαραίτητα για να φτάσει στον τελικό της στόχο και προορισμό. +σχόλιο
Φ.Υ. «Οὐθὲν μάτην ἡ φύσις ποιεῖ»,
σελ.161
Ο άνθρωπος
εντάσσεται στο σύνολο των αγελαίων ζώων (Διότι δὲ πολιτικὸν ὁ ἄνθρωπος ζῷον πάσης μελίττης καὶ παντὸς ἀγελαίου
ζῴου μᾶλλον, δῆλον) και η
ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα και κατ’ επέκταση της ανθρώπινης
κοινωνίας έναντι των κοινωνιών που σχηματίζουν τα υπόλοιπα ζώα είναι ο λόγος (λόγον δὲ μόνον ἄνθρωπος ἔχει τῶν ζῴων). +σχόλιο Φ.Υ. «λόγος», σελ.161. Ο
Αριστοτέλης αναφέρει ότι σε διάκριση με τα ζώα που δε διαθέτουν παρά την απλή
φωνή, που εκφράζει μόνο τη λύπη και την ευχαρίστηση, ο άνθρωπος είναι
εφοδιασμένος με την ικανότητα του λόγου. Η ικανότητα αυτή έδωσε στον άνθρωπο τη
δυνατότητα να εκφράζει έννοιες όπως το ωφέλιμο και το βλαβερό, το δίκαιο και το
άδικο, το όμορφο και το άσχημο, το όσιο και το ανόσιο κ. ά. – τις διάφορες,
δηλαδή, αξίες και τα αντίθετά τους
(ὁ δὲ λόγος ἐπὶ τῷ δηλοῦν… αἴσθησιν ἔχειν). Χάρη σ’ αυτές ο άνθρωπος δεν καταφέρνει μόνο να
επιβιώσει, αλλά και να επιτύχει ανώτερους στόχους, όπως να συγκροτήσει
κοινωνίες (οικογένεια και πόλη) και να δημιουργήσει πολιτισμό (να αναπτύξει τα
γράμματα, τις τέχνες, να θεσπίσει νόμους κλπ.). Με τον ενδιάθετο λόγο (=
διάνοια) και τον έναρθρο λόγο (= ομιλία) ξεπερνά ο άνθρωπος τα όρια του
αισθητού κόσμου, συλλαμβάνει έννοιες και ιδέες, θέτει αρχές, θεσπίζει νόμους,
δημιουργεί πολιτισμό. Η σύλληψη αλλά και έκφραση των «ηθικών» αυτών εννοιών
είναι, στην πραγματικότητα, που οδήγησε στη γένεση και λειτουργία των διάφορων
μορφών κοινωνικής συμβίωσης, ξεκινώντας από την κατώτερη, την οικογένεια, και
καταλήγοντας στην τελική, την πόλη.
Τα παραπάνω
μπορούν να αποδοθούν και μέσω του παρακάτω συλλογισμού:
1η προκείμενη: Η
φύση δεν κάνει τίποτε δίχως λόγο και αιτία.
2η προκείμενη: Η
φύση έδωσε στον άνθρωπο ως εργαλείο τον λόγο (εργαλείο ανώτερο από την απλή
φωνή που έδωσε στα ζώα), για να μπορεί να αντιλαμβάνεται και να κάνει φανερό το
ωφέλιμο και το βλαβερό, το καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο, [ανιούσα
κλίμακα] βασικά στοιχεία για τη συγκρότηση πολιτικής κοινωνίας.
Συμπέρασμα:
Συνεπώς, αφού η φύση έδωσε, όχι τυχαία, στον άνθρωπο τον λόγο, δηλαδή το
εργαλείο με το οποίο μπορεί να ζει σε πολιτικές κοινωνίες, συνάγεται ότι ο
άνθρωπος είναι εκ φύσεως «ζῷον πολιτικόν».
ΘΕΜΑ Β2
Ο Επίκτητος
στο απόσπασμά του από το έργο Διατριβαί παροτρύνει τον άνθρωπο να στραφεί στον εαυτό
του, να συνειδητοποιήσει πρωτίστως ότι είναι άνθρωπος. Τον καλεί να σκεφτεί τη
μοναδικότητα της ανθρώπινης φύσης, προσδιορίζοντας τα βασικά χαρακτηριστικά
της. Πρώτο και βασικό χαρακτηριστικό είναι η προαίρεση (τοῦτο δ’ ἔστιν οὐδὲν ἔχων
κυριώτερον προαιρέσεως). Στη συνέχεια
καλεί τον άνθρωπο να αναλογιστεί ότι ειδοποιός διαφορά του από τα ζώα είναι ο
λόγος (κεχώρισαι κατὰ λόγον).
Η τρίτη
ιδιότητα είναι η ιδιότητα του πολίτη του κόσμου( Ἐπὶ τούτοις πολίτης εἶ τοῦ
κόσμου καὶ μέρος αὐτοῦ).+σχόλιο «πολίτης του κόσμου». Η θέση του ανθρώπου στον
κόσμο είναι ιεραρχικά η ανώτατη (οὐχ ἓν τῶν ὑπηρετικῶν, ἀλλὰ τῶν προηγουμένων),
αφού (γὰρ ...) αυτός μόνο χάρη στη λογική φύση του είναι ικανός να κατανοεί τη
θεϊκή διακυβέρνηση του κόσμου, και να αξιολογεί τις συνέπειές της
(παρακολουθητικὸς γὰρ εἶ τῇ θείᾳ διοικήσει καὶ τοῦ ἑξῆς ἐπιλογιστικός).+σχόλιο
«θείᾳ διοικήσει». Από τη στιγμή που ο άνθρωπος αυτοπροσδιορίζεται ως πολίτης
του κόσμου είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσει ποια είναι η αποστολή του με αυτή
την ιδιότητα. Η απάντηση του Επίκτητου είναι η ακόλουθη: Μηδὲν ἔχειν ἰδίᾳ συμφέρον…
ἐπὶ τὸ ὅλον. Πιο συγκεκριμένα, ο άνθρωπος οφείλει να μην προτάσσει το προσωπικό
του συμφέρον (Μηδὲν ἔχειν ἰδίᾳ συμφέρον) και να μην αποφασίζει σαν να ήταν
αποκομμένος από την ολότητα. Ο άνθρωπος εντάσσεται σε μια παγκόσμια κοινότητα,
αποτελώντας οργανικό τμήμα της. Έτσι, η ευδαιμονία του ανθρώπου θα εξασφαλιστεί,
εφόσον αντιληφθεί το κοσμικό σχέδιο του Λόγου για καθετί και για τον ίδιο, και
έτσι καταφέρει και ο ίδιος να ενταχθεί στον κόσμο (κοσμόπολη) και να ρυθμίσει
ανάλογα τη συμπεριφορά του.
Επιπλέον, ο
φιλόσοφος, για να στηρίξει λογικά την προτροπή που διατύπωσε αμέσως παραπάνω,
χρησιμοποιεί μια παρομοίωση (ὥσπερ ἄν, εἰ ἡ χεὶρ ἢ ὁ ποὺς λογισμὸν εἶχον καὶ
παρηκολούθουν τῇ φυσικῇ κατασκευῇ,…). Κατ’ ανάλογο τρόπο και ο άνθρωπος,
αποκτώντας συνείδηση της θέσης του μέσα στον κόσμο, οφείλει να ενεργεί
συντονίζοντας τις ορέξεις, επιθυμίες του και τις προτεραιότητές του με τον
κοσμικό λόγο και ανάγοντας οτιδήποτε επιλέγει και πράττει στο σύνολο. Καταλήγοντας,
ο Επίκτητος τονίζει ότι τα μέλη ενός οργανικού συνόλου, όπως το χέρι ή το πόδι,
συντονίζονται με το σύνολο, επιτελούν τις λειτουργίες τους ακολουθώντας τη
λογική του συνόλου στο οποίο ανήκουν ως μέλη. Επομένως, στην περίπτωση του
ανθρώπου το λογικό και ηγεμονικό μέρος της ψυχής καλείται να αντιπαλέψει τις
ανθρώπινες επιθυμίες (ὥρμησαν ἢ ὠρέχθησαν), και να τιθασεύσει τις άλογες
επιθυμίες, που έρχονται σε αντίθεση με την κοσμική τάξη, όπως την καθόρισε ο
παγκόσμιος λόγος.
Γλωσσικές επιλογές:
Ρητορικό ερώτημα: Τίς οὖν ἐπαγγελία
πολίτου;
Αναλογία/παρομοίωση: ὥσπερ ἄν, εἰ ἡ χεὶρ ἢ
ὁ ποὺς λογισμὸν…
Χρήση β’ ενικού: Ἐπὶ τούτοις πολίτης εἶ
τοῦ κόσμου καὶ μέρος αὐτοῦ
ΘΕΜΑ Β3
1: δ,
2: α
,
3: ε
,
4: β
,
5:
στ
ΘΕΜΑ Β4α:
1:
ε,
2: δ,
3: ζ,
4:
β,
5:
α,
6:
στ
Β4 β: Τα χωράφια έμειναν αδούλευτα λόγω του πολέμου και της επακόλουθης
οικονομικής δυσπραγίας.
Ο προηγούμενος
ομιλητής μάγεψε το κοινό με τον λόγο του.
ΘΕΜΑ Β5
Το θέμα της
προαίρεσης, την ανθρώπινης βούλησης και ελευθερίας επιλογής έχει απασχολήσει διαχρονικά
τους στοχαστές. Στο παράλληλο κείμενο του Παπανούτσου εξαίρεται ο ρόλος της
προαίρεσης και τονίζεται ότι αυτή συμπορεύεται με την βούληση αφού είναι
αλληλένδετες («Όπου προαίρεση, εκεί και βούληση»). Ωστόσο επισημαίνεται ότι
μολονότι αυτή είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την ανθρώπινη φύση, δεν γίνεται πάντα
αξιοποίησή της στην καθημερινότητα, μιας και πολλές ενέργειες του ανθρώπου
γίνονται ενστικτωδώς και μηχανικά («Πρώτον ότι … ο κοινωνικός εθισμός»).
Σημειώνει, επίσης, ότι ο άνθρωπος διαφοροποιείται από τα ζώα καθώς διαθέτει τη
βούληση ως απότοκο της προαίρεσης. Τα ζώα, από την άλλη, δρουν ενστικτωδώς βάσει
των παρορμήσεων και των ορέξεών τους («Στο ζώο υπάρχει … προαίρεση»). Στο σημείο
αυτό επισημαίνεται η σύνδεση της ηθικής αρετής με την προαίρεση, όπως άλλωστε
έχει τονίσει και ο Σταγειρίτης φιλόσοφος, πως η ηθική αρετή είναι επιλογή του
ατόμου και δεν θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα καταναγκασμού.
Στο
πρωτότυπο κείμενο ο Επίκτητος απευθύνοντας την παραίνεση στον άνθρωπο για την διερεύνηση
της ταυτότητάς του με το υπαρξιακό ερώτημα «Σκέψαι τίς εἶ» απαντά ο ίδιος
αμέσως ότι η κατεξοχήν ανθρώπινη ιδιότητα είναι η προαίρεση που τον ξεχωρίζει
από τα υπόλοιπα όντα. +σχόλιο Φ.Υ. «προαίρεσις». Ο Επίκτητος αναγνωρίζει στην
προαίρεσιν ηγετικό και καθοδηγητικό ρόλο στον ανθρώπινο βίο (τοῦτο δ’ ἔστιν οὐδὲν ἔχων
κυριώτερον προαιρέσεως, ἀλλὰ ταύτῃ τὰ ἄλλα ὑποτεταγμένα) και τη συνδέει με την ελευθερία (ἀδούλευτον,
ἀνυπότακτον). Η προαίρεση δίνει ηθικό περιεχόμενο στις πράξεις μας, δεν
ετεροκαθοριζόμαστε, και είμαι ενεργητικοί ηθικοί παράγοντες. Ο ίδιος ο
Επίκτητος, χρησιμοποιώντας την έννοια της προαιρέσεως καλύπτει τόσο την ηθική
βούληση, όσο και την διάνοια, τη λογική. Ο άνθρωπος έχει το χάρισμα να
σκέφτεται πριν πράξει και να ενεργεί σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής
επιλέγοντας ή απορρίπτοντας συνειδητά το οτιδήποτε. Γι΄αυτό, ο φιλόσοφος
υποστηρίζει ότι η προαίρεση είναι σύμφυτη με την ελευθερία και τη θεωρεί το
κυριότερο στοιχείο της ανθρώπινης φύσης, αφού καταξιώνει τον άνθρωπο ως ηθικό
ον διακρίνοντας αυτόβουλα το καλό από το κακό.
Η έννοια της
προαίρεσης και της ελεύθερης βούλησης, ως ένα βασικό στοιχείο διαφοροποίησης
του ανθρώπου από τα ζώα, είναι φανερό ότι προκρίνεται και από τους δύο φιλοσόφους.
Ο Παπανούτσος βέβαια αναφέρεται στην «όρεξη» ως στοιχείο των ζώων, ενώ τονίζει
ότι η προαίρεση δεν αφορά σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του ανθρώπου, στοιχεία
που απουσιάζουν από το έργο του Επίκτητου.
ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Γ1 .
Αν δανειστούμε χρήματα μπορούμε να
προσελκύσουμε με μεγαλύτερο μισθό τους μισθοφόρους πεζοναύτες τους. Γιατί η
δύναμη των Αθηναίων είναι περισσότερο εξαγοράσιμη (εξαγοράζουν τη δύναμή τους
από άλλους) παρά δική τους. Αντίθετα η δική μας θα μπορούσε να πάθει αυτό σε
μικρότερο βαθμό γιατί στηρίζεται περισσότερο στους στρατιώτες μας παρά στα
χρήματα.
Γ2 .
Οι Κορίνθιοι υποστηρίζουν ότι οι
Πελοποννήσιοι θα νικήσουν τους Αθηναίους για τους εξής λόγους:
· 1. υπερέχουν σε αριθμό και πολεμική εμπειρία “πρῶτον μὲν πλήθει προύχοντας
καὶ ἐμπειρίᾳ πολεμικῇ”
· 2. Όλοι εξίσου εκτελούν τις διαταγές “ ὁμοίως πάντας ἐς τὰ παραγγελλόμενα
ἰόντας”
· 3. Θα εξοπλίσουν το ναυτικό τους με
χρήματα από την περιουσία τους και από τα χρήματα που υπάρχουν στους Δελφούς
και στην Ολυμπία.
Με χρήματα εξάλλου μπορούν να
εξαγοράσουν μισθοφόρους πεζοναύτες των Αθηναίων προσφέροντάς τους μεγαλύτερο
μισθό αφού η δύναμή τους κυρίως βασίζεται σε μισθοφόρους και όχι σε δικούς τους
στρατιώτες.
Γ3. Α. Ἐγώ δὲ νῦν καὶ ἀδικούμενος τoύς πολέμους
ἐγείρω
Β. ἄμυναι, κατάθου, ἐπικράτησον, πρόσχες, πλέονα πλέω (πλείονα – πλείω)
Γ4. Α.
Ἔχοντες = αιτιολογική μετοχή, συνημμένη
στο Ἡμεῖς
ἐπικρατῆσαι= τελικό απαρέμφατο,
υποκείμενο στην απρόσωπη έκφραση (εἰκὸς ἐστί) ετεροπροσωπία
πλήθει= δοτική της αναφοράς στο προύχοντας
μισθῷ = δοτική του μέσου στο ὑπολαβεῖν
ναυβάτας = αντικείμενο στο ὑπολαβεῖν
ἢ οἰκεία = β’ όρος σύγκρισης από το
μᾶλλον (α όρος: ὠνητὴ) – οἰκεία κατηγορούμενο στο “ἡ Ἀθηναίων δύναμις”
Β. Οἱ
Κορίνθιοι ἔλεγον τότε καὶ ἀδικούμενοι τὸν πόλεμον ἐγείρειν (ταυτοπροσωπία)
ή Οἱ Κορίνθιοι ἔλεγον τότε τούτους καὶ ἀδικουμένους τὸν πόλεμον ἐγείρειν (ετεροπροσωπία, επειδή οι Κορίνθιοι μιλούν εκ μέρους όλων των Πελοποννησίων)
Επιμέλεια:
Άντα Κουτουβάλα, Στέλλα Τσούτσα